Skip to the content

Είδη Αλλεργικών Σοκ – Αίτια και Αντιμετώπιση

Είδη Αλλεργικών Σοκ – Αίτια και Αντιμετώπιση
Είδη Αλλεργικών Σοκ – Αίτια και Αντιμετώπιση

Είδη Αλλεργικών Σοκ – Αίτια και Αντιμετώπιση

Το αλλεργικό, ή αναφυλακτικό σοκ προκαλείται από την επαφή του αλλεργικού ατόμου με το αλλεργιογόνο, και πολλές φορές αρκεί μόνο μία μικρή έκθεσή του σε αυτό για να παρουσιαστούν τα πρώτα συμπτώματα. Αποτελεί την κορύφωση των αλλεργικών αντιδράσεων, και χρήζει άμεσης αντιμετώπισης για τη διασφάλιση της ζωής του ατόμου.

Το αλλεργικό σοκ διαφέρει από τις υπόλοιπες, πιο ήπιες αλλεργικές αντιδράσεις, ως προς το ότι στην περίπτωση του αλλεργικού σοκ τα συμπτώματα διαχέονται σε όλο το σώμα, επηρεάζοντας συνολικά τον ασθενή. Η αναφυλαξία ονομάζεται και συστηματική, ακριβώς επειδή σε αυτήν συμμετέχουν πολλά συστήματα του οργανισμού, με αποτέλεσμα την γενική επιδείνωση των συμπτωμάτων που οδηγούν στην κατάληξη του ατόμου.

Πώς όμως καταλαβαίνει κανείς ότι παθαίνει αλλεργικό σοκ; Η αλήθεια είναι ότι τα πιθανά αίτια εκδήλωσης είναι πολλά, και ένας ασθενής μπορεί να παρουσιάζει έντονες αλλεργικές αντιδράσεις σε παραπάνω από ένα. Πιο συγκεκριμένα, αναφυλακτικό σοκ μπορεί να προκληθεί από παράγοντες όπως είναι τα τρόφιμα (τροφική αλλεργία), τα έντομα και ιδίως τα υμενόπτερα (αλλεργία σε έντομα, σφήκες, μέλισσες), το κρύο (φυσικές αλλεργίες), η σωματική άσκηση (exercise induced anaphylaxis), τα φάρμακα (φαρμακευτικές αλλεργίες), ή ακόμα και το λάτεξ. Ειδικά όσον αφορά το λάτεξ, ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται σε απλές δραστηριότητες και αντικείμενα (όπως το φούσκωμα μπαλονιών, οι μωρουδιακές πιπίλες, κ.ά.), αλλά και σε πιο ειδικές περιστάσεις όπως είναι τα ιατρικά χειρουργεία, όπου ο ιατρικός εξοπλισμός, μέχρι πρότινος τουλάχιστον, περιελάμβανε σχεδόν πάντα γάντια από λάτεξ.

Εκτός του λάτεξ ωστόσο, υπάρχουν κι άλλες, λιγότερο γνωστές αλλεργίες, όπως είναι η αλλεργία στο κρύο και την άσκηση. Ξεκινώντας με την αλλεργία στο κρύο, αυτή εκδηλώνεται συνήθως το χειμώνα με κοκκινίλες στα ακάλυπτα σημεία του σώματος, και το καλοκαίρι (με ίδια συμπτώματα) κατά την επαφή με το παγωμένο νερό της θάλασσας, όπου και στις δύο περιπτώσεις παρατηρούνται έντονες κοκκινίλες, πτώση της πίεσης, ακόμη και λιποθυμία (κάτι που εάν συμβεί μέσα στη θάλασσα, επιφέρει και κίνδυνο πνιγμού). Σημειωτέον, στην Ελλάδα έχουμε αρκετά τέτοια περιστατικά.

Όσο για την αλλεργία στην άσκηση, αυτή προκαλείται μετά από έντονη σωματική άσκηση. Πιο συγκεκριμένα, εάν ένα αλλεργικό άτομο ασκείται έντονα σε υγρό και θερμό περιβάλλον, και εάν έχει τύχει πριν την άσκηση, να λάβει φάρμακα (π.χ. ασπιρίνη), να καταναλώσει καφεΐνη ή κάποια συγκεκριμένα τρόφιμα, μπορεί (και) λόγω συνέργειας των παραπάνω, να αρχίσει να κοκκινίζει, να έχει συμπτώματα άσθματος και καμιά φορά να κλείνει και ο λαιμός του. Εάν ο αλλεργικός δεν αναγνωρίσει τα συμπτώματα αυτά εγκαίρως, τα αρχικώς ήπια συμπτώματα δύνανται να κλιμακωθούν, οδηγώντας σε αναφυλαξία.

Σε γενικές γραμμές, τα συμπτώματα της αναφυλαξίας μπορεί να είναι δερματικά, αναπνευστικά, καρδιαγγειακά, ενώ στα παιδιά μία αναφυλαξία μπορεί να ξεκινά και με έντονο αίσθημα ανησυχίας, κλάματα και χλωμάδα. Ξεκινώντας με τα δερματικά συμπτώματα, κάποια από αυτά είναι η γενικευμένη κνίδωση, με κνησμό ή αίσθημα καύσου και διάχυτη ερυθρότητα, και το αγγειοοίδημα (γλώσσας ή και βλεφάρων). Τα δερματικά συμπτώματα παρουσιάζονται στην πλειοψηφία των αναφυλακτικών περιστατικών.

Τα αναπνευστικά συμπτώματα με τη σειρά τους, παρουσιάζονται και αυτά σε πολλά αναφυλακτικά επεισόδια, και ξεκινούν με ρινική καταρροή, φτέρνισμα και ρινική συμφόρηση, και μπορεί να κλιμακωθούν σε βραχνάδα, δυσκαταποσία, συριγμό, αίσθημα δύσπνοιας και βήχα, πρήξιμο γλώσσας και λάρυγγα.

Στα γαστρεντερικά συμπτώματα, παρατηρείται συνήθως κοιλιακό άλγος, διάρροια, και έμετοι, ενώ τέλος στα καρδιαγγειακά, παρουσιάζεται πτώση της αρτηριακής πίεσης, ζάλη, ταχυκαρδία, και τάσεις λιποθυμίας ή και λιποθυμία. Τονίζεται πως οι πάσχοντες από καρδιαγγειακά νοσήματα διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο σε περίπτωση αναφυλακτικού επεισοδίου, γι’ αυτό οφείλουν να είναι προετοιμασμένοι και ενήμεροι για το πώς θα κινηθούν.

Αναφορικά με τις πρώτες βοήθειες σε περίπτωση που παρουσιαστεί αλλεργικό σοκ, τα φάρμακα που πρέπει να ληφθούν είναι αντισταμινικά χάπια και κορτιζόνης, ένεση κορτιζόνης και αδρεναλίνης. Η αδρεναλίνη χορηγείται ενδομυϊκά, έχει άμεση δράση και περιορίζει τα συμπτώματα. Είναι το μοναδικό φάρμακο που αποτρέπει την περαιτέρω κυτταρική απελευθέρωση των ουσιών που προκαλούν τα συμπτώματα. Σε αυτές τις περιπτώσεις που είναι διεγνωσμένες,  θα πρέπει ο ασθενής να έχει πάντα μαζί του την αυτόματη ένεση αδρεναλίνης προς άμεση χρήση, και παράλληλα, εάν μπορεί, να κάνει μόνος του (αφού έχει εκπαιδευτεί από τον ιατρό του) την ένεση κορτιζόνης (ενδομυϊκή ή ενδοφλέβια), ενώ θα πρέπει επίσης να λάβει και κάποιο αντιισταμινικό χάπι. Αφού γίνουν όλα αυτά, ο αλλεργικός ασθενής θα πρέπει να πάει στα επείγοντα κάποιου νοσοκομείου ή κέντρου υγείας για μερικές ώρες προς παρακολούθηση.

Πολύ σημαντικό είναι, εάν κάποιος (ενήλικας ή παιδί), γνωρίζει πως πάσχει από σοβαρές αλλεργίες που δύνανται να οδηγήσουν σε αναφυλαξία, να ενημερώνει τον εκάστοτε περίγυρό του. Για παράδειγμα, εάν πρόκειται για παιδί, πρέπει να γίνει ενημέρωση του σχολείου και των καθηγητών του, ενώ εάν πρόκειται για ενήλικα που έχει, ενδεικτικά, τροφικές αλλεργίες, κρίνεται σκόπιμη η ενημέρωση του εκάστοτε εστιατορίου ή οικοδεσπότη, καθώς ακόμη και ένα ελλιπώς πλυμένο σκεύος μπορεί να αποτελέσει αφορμή εκδήλωσης συμπτωμάτων σε περίπτωση αλλεργίας σε συγκεκριμένο τρόφιμο. Γενικότερα, για όλες τις σοβαρές αλλεργίες που αναφέρθηκαν, καλό είναι ο κάθε επιβεβαιωμένα ασθενής, να φέρει επάνω του μία ειδική μεταλλική ταυτότητα (στο λαιμό ή το χέρι), στην οποία να αναγράφεται το είδος της αλλεργίας (π.χ. αλλεργία στη μέλισσα).

Η καλύτερη πρόληψη είναι η ενημέρωση και η προστασία, ούτως ώστε να γνωρίζει πώς θα κινηθεί κανείς σε περίπτωση αναφυλαξίας, ωστόσο υπάρχουν και περιπτώσεις όπου υπάρχει κατάλληλη θεραπεία, όπως η αλλεργία στα υμενόπτερα. Πιο συγκεκριμένα, εάν κάποιος έχει αλλεργία στις σφήκες ή τις μέλισσες, μπορεί να θεραπευτεί σε μεγάλο βαθμό με τη χορήγηση της ειδικής ανοσοθεραπείας, η οποία διαρκεί 3-5 χρόνια με πολύ καλή ανταπόκριση.

Η ανοσοθεραπεία είναι μία αιτιολογική, και όχι συμπωματική θεραπεία (όπως είναι για παράδειγμα η χρήση αντιισταμινικών), και ονομάζεται έτσι διότι τροποποιεί την ανοσιακή απάντηση του οργανισμού με σκοπό την πιο μόνιμη θεραπεία του αλλεργικού ασθενούς. Κάθε πρόβλημα χρήζει διαφορετικής αντιμετώπισης, γι’ αυτό η καλύτερη λύση είναι μία αναλυτική συζήτηση με τον ειδικό Αλλεργιολόγο, ο οποίος θα βοηθήσει τους αλλεργικούς ασθενείς να αντιμετωπίσουν ακόμα και τα πιο έκτακτα περιστατικά με αυτοπεποίθηση.

 

(10 Αξιολογήσεις)