Σκολίωση
Η σκολίωση ονομάζουμε την πλάγια απόκλιση και ταυτόχρονη στροφή της σπονδυλικής στήλης από τη μέση ανατομική θέση. Σύμφωνα με τον ορισμό της Scoliosis Research Society (SRS), σκολίωση είναι το μεγαλύτερο των 11 μοιρών κύρτωμα της σπονδυλικής στήλης με ταυτόχρονη στροφή των σπονδύλων.
Αίτια Η σκολίωση είναι ένα συχνό πρόβλημα της νηπιακής και παιδικής ηλικίας αλλά απαντάται συχνότερα στην εφηβεία. Μπορεί να οφείλεται σε διάφορα αίτια (μηχανικά, μεταβολικά, νευρομυϊκά, αναπτυξιακά και γενετικά) αλλά συνήθως είναι άγνωστης αιτιολογίας και ονομάζεται ιδιοπαθής σκολίωση. Με βάση την ηλικία εμφάνισης η ιδιοπαθής σκολίωση χωρίζεται σε τρεις τύπους: • από γέννηση μέχρι 3 ετών: νηπιακή σκολίωση • από 3 έως 9 ετών: παιδική • από 9 έως και 18: εφηβική (80% όλων των περιπτώσεων). Όταν πρωτοπαρατηρείται στον ενήλικα συνήθως πρόκειται για αδιάγνωστη νεανική σκολίωση ή για σκολίωση εκφυλιστικού τύπου που είναι το αποτέλεσμα της σπονδυλοαρθροπάθειας. Επιπλέον υπάρχουν περιπτώσεις όπου η σκολίωση οφείλεται σε άλλες παθήσεις ( λειτουργική) όπως σε ανισοσκελία, ή σε κήλη μεσοσπονδυλίου δίσκου (ανταλγική σκολίωση) . Η λειτουργική σκολίωση διορθώνεται όταν διορθωθεί η αιτία που την προκαλεί.
Εξέλιξη Κατά την εφηβεία, δηλαδή κατά τη φάση της μέγιστης ανάπτυξης η οποία στα κορίτσια αρχίζει στην ηλικία των 11 και στα αγόρια στην ηλικία των 13 και διαρκεί και στα δύο φύλα μέχρι τα 18, αυξάνει ο κίνδυνος προόδου της ιδιοπαθούς σκολίωσης. Τα κορίτσια εμφανίζουν μεγαλύτερη συχνότητα σκολίωσης από τα αγόρια καθώς επίσης και σαφή τάση επιδείνωσης του κυρτώματος, με αποτέλεσμα να απαιτείται συχνότερα θεραπεία στα κορίτσια παρά στα αγόρια.
Πώς γίνεται η διάγνωση της σκολίωσης Η σκολίωση συνήθως γίνεται αντιληπτή από τους γονείς ή τον παιδίατρο λόγω της αλλαγής της εμφάνισης της πλάτης του παιδιού. Το βασικό πρόβλημα στην διάγνωσή της είναι ότι συχνά γίνεται αντιληπτή καθυστερημένα καθώς δεν έχει άλλα συμπτώματα. Σε ιδιαίτερα σπάνιες περιπτώσεις η σκολίωση μπορεί να συνοδεύεται από πόνο και κυρίως σε ενήλικες. Από ιατρικής πλευράς, η διάγνωση της σκολίωσης γίνεται με κλινική εξέταση του παιδιού και συγκεκριμένα με την κάμψη του κορμού μπροστά (test επίκυψης), διατηρώντας τα γόνατα τεντωμένα, οπότε ο γιατρός μπορεί να διαπιστώσει αν υπάρχει παραμόρφωση στη ράχη του παιδιού.
Άλλα στοιχεία που μπορεί να βοηθήσουν στη διάγνωση είναι: ένας ώμος ψηλότερα από τον άλλο, προπέτεια μίας ωμοπλάτης ή υψηλότερη θέση των πλευρών από τη μία πλευρά (Ύβος), ασυμμετρία μέσης και ένας γοφός που προεξέχει ή είναι υψηλότερα από τον άλλο.
Για να έχει ο ειδικός πλήρη και σαφή εικόνα αλλά και για επιβεβαίωση της διάγνωσης και μέτρηση της σκολίωσης (σε μοίρες), είναι απαραίτητη μία ακτινογραφία της Σπονδυλικής Στήλης. Η ακτινογραφία γίνεται σε όρθια θέση (προσθιοπίσθια). Στην ακτινογραφία πρέπει να περιέχεται και το άνω μέρος της λεκάνης από βαθμό της οστεοποίησης της οποίας, μπορεί κανείς να υπολογίσει αδρά το υπολειπόμενο της ανάπτυξης του παιδιού (Risser sign, με μετρήσεις από 1 έως 5).
Σήμερα, υπάρχουν πλέον και σύγχρονες μέθοδοι διάγνωσης και παρακολούθησης των παραμορφώσεων της Σπονδυλικής Στήλης, όπως η χρήση Laser Scanners και συσκευών τρισδιάστατης απεικόνισης και χαρτογράφησης (FORMETRIC), χωρίς να χρειάζεται η έκθεση σε ακτινοβολία.
Θεραπεία Είναι σημαντικό να αναφερθεί η μεγάλη σημασία που έχει η έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση της σκολίωσης στην αντιμετώπιση της, καθώς και η σημασία της πρόληψης, κυρίως μέσω του μαζικού έλεγχου των μαθητικών πληθυσμών (school screenings), αλλά και άλλων ευπαθών ομάδων.
Η θεραπεία της σκολίωσης εξαρτάται από μια σειρά παραμέτρων όπως ο τύπος και ο βαθμός της σκολίωσης, ο βαθμός κύφωσης της σπονδυλικής στήλης, η θέση του κυρτώματος, η ταχύτητα επιδείνωσής του και η δυσκαμψία του, δηλαδή το πόσο εύκολα ή δύσκολα επανέρχεται το κύρτωμα στην αρχική του θέση. Σκολίωση μεγέθους μέχρι 20 μοίρες αντιμετωπίζεται συντηρητικά με φυσιοθεραπεία και άσκηση ενώ χρειάζεται και τακτική παρακολούθηση (συνήθως κάθε έξι μήνες). Σκολίωση με κύρτωμα μεγαλύτερο από 20-25 μοίρες χρειάζεται πιο δραστική αντιμετώπιση.
Η συντηρητική αγωγή συνίσταται σε εφαρμογή κηδεμόνων (BOSTON, LIGHT CHENEAU, DDB κ.ά.) με κύριο σκοπό την αναχαίτιση της εξέλιξης του κυρτώματος αλλά και την διόρθωση του όπου είναι εφικτό. Ο κηδεμόνας πρέπει να εφαρμόζεται όσο περισσότερο γίνεται ( ακόμα και 23 ώρες το εικοσιτετράωρο) στα πρώτα στάδια της θεραπείας ενώ αργότερα μπορεί να εφαρμόζεται μόνο τη νύχτα. Ανά εξάμηνο πρέπει να γίνεται επανεκτίμηση, ώστε η θεραπεία επιλογής να διαμορφώνεται ανάλογα με την εξέλιξη της νόσου. Σε ενήλικες η χρήση του κηδεμόνα γίνεται κυρίως για βελτίωση του πόνου.
Αν παρά την αντιμετώπιση η σκολίωση επιδεινώνεται και ξεπερνάει τις 40 μοίρες, τότε προτείνεται η χειρουργική θεραπεία (σπονδυλοδεσία). Σε γενικές γραμμές η χειρουργική επέμβαση διορθώνει το πρόβλημα της σκολίωσης και μόνο ένα μικρό ποσοστό ασθενών (5%) υποστρέφει. Ο χειρουργημένος ασθενής μπορεί να επιστρέψει στην φυσιολογική του ρουτίνα μετά από 3-4 εβδομάδες.